4 Ιαν 2008

Το διάβασμα είναι θρησκευτική εμπειρία!

Και όπως και να είναι ο ανάλογος χώρος βοηθάει...



Σε μία 800 ετών Δομηνικάνικη εκκλησία στο Μαάστριχτ της Ολλανδίας στεγάζεται ένα από τα υποκαταστήματα μίας μεγάλης Ολλανδικής αλυσίδας βιβλιοπωλείων, της Selexyz.

Η ιδέα όσο και αν φαίνεται πρωτοποριακή δεν είναι, μιας και - όπως πληροφορήθηκα πριν λίγες ημέρες μέσω του blogopoly - έχει προηγηθεί και ένας ναός στα περίχωρα της Βαρκελώνης που στεγάζει έναν απο τους μεγαλύτερους σουπερ-υπολογιστές στον κόσμο!!!


Δικαίως, όπως δείχνει και το τελικό αποτέλεσμα, το αρχιτεκτονικό γραφείο Merkx + Girod που ανέλαβε την υλοποίηση αυτής της ιδέας κέρδισε το Αρχιτεκτονικό βραβείο εσωτερικής διακόσμησης για το 2007 στην Ολλανδία.


Στο καλαίσθητο και πολύ ενδιαφέρον blog thecoolhunter.net από όπου και πήρα την είδηση και δύο από τις παραπάνω εικόνες, διαβάζει κανείς τους λόγους που θεωρήθηκε πολύ δύσκολο το παραπάνω έργο και μπορείτε να δείτε και μία ακόμη εκπληκτική βιβλιοθήκη στην Ρώμη και αλλού!!!!

Στην Ελλάδα προσπαθώ να σκεφτώ αν θα μπορούσε να ανοίξει ένας Παπασωτηρίου σε καποια παλαιά εκκλησία πχ σαν και μία από τις πολλές αρχαίες που είναι κλειστές στην Θεσσαλονίκη!
Και το τι θα ακουγόταν από τους ντόπιους προύχοντες!!!

18 σχόλια:

Παναγιώτης Παπαχατζής είπε...

Επιβλητικότατος χώρος. Πάντως και στην Ελλάδα η Εθνική βιβλιοθήκη είναι αναλόγου ομορφιάς, άσχετα εαν δεν την τιμούμε όσο πρέπει.
Το ζητούμενο δεν είναι να κάνουμε, παλίες εκκλησίες εμπορικά καταστήματα(έστω και βιβλιοπωλεία).
το ζητούμενο είναι να ενισχυθούν(με την διάθεση παρόμοιων χώρων) οι δημοτικές βιβλιοθήκες.
Διότι στην Ελλάδα, οι δήμαρχοι ενδιαφέρονται περισσότερο να στήσουν... λαογραφικά μουσεία (εκείνα με την πέτρα που έκατσε ο Αθανάσιος Διάκος, το ποτήρι που ήπιε κρασί ο Βενιζέλος και τον αργαλιό στο βάθος της αίθουσας) παρά να ενισχύσουν, ουσιαστικά, τις βιβλιοθήκες τους.
Τί να πω... σημεία των καιρών.

Υπογραφή.
Ένας απο τους 36... πιστούς. :)

katerina είπε...

Θεσσαλονίκη, Εκκλησίες, Βιβλιοθήκη, Παπασωτηρίου ή καλύτερα Ιανός (λόγω περιοχής)... Νομάρχης ο Ψωμιάδης... Είσαι σίγουρος ότι θες να ξεκινήσει κάτι τέτοιο; Θα φάει πολύ χρόνο και πολλά post η ανάλυση του θέματος. Χριστέ μου φοβάμαι και μόνο στην ιδέα. Δεν θα άντεχα να έβλεπα συνεχώς στις ειδήσεις και στις εφημερίδες τη φάτσα του καθώς και τις φάτσες των υποστηρικτών του...

philos είπε...

Παναγιώτη, δεν είσαι απλά πιστός μου αναγνώστης, αλλα και ο πιο γρήγορος!
;)
Ακόμη διόρθωνα το ποστ, όταν είδα το σχόλιό σου!
Η αλήθεια είναι ότι έγινε πολύ γρήγορο το reader τελευταία!

Συμφωνώ σε όλες σου τις παρατηρήσεις!
Οι βιβλιοθήκες είναι χώροι που δυστυχώς δεν τιμούμε καθόλου στη χώρα μας. Από την πιο μικρή σε μικρούς δήμους ανα την Ελλάδα έως τις πιο μεγάλες σε πανεπιστημιακούς χώρους ή σε κέντρα ερευνών.
Και ούτε χρειάζεται να κάνουμε παλαιές εκκλησίες εμπορικά. Ούτε καν απλά για να δούμε αν ο κόσμος δέχεται κάτι ριζοσπαστικό ή μη.
Αλλα σε πρώτη φάση να μάθει ο κόσμος να αγαπάει το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες, και την αρχιτεκτονική και τις καλές τέχνες από όπου και αν πρόερχονται.
Πόσοι άραγε σταματάνε να μπουνε σε μία εκκλησία να θαυμάσουν έστω απλά τις τοιχογραφίες?

Η ιστορία σε αυτή την χώρα είναι η ευλογία και η κατάρα της ταυτόχρονα.

philos είπε...

river, εφόσον τις ίδιες και τις ίδιες φάτσες βλέπουμε παντού για κάθε θέμα, ανεξαρτήτως αρμοδιότητας... τι τα θες!!!

Τις άλλες βιβλιοθήκες τις είδατε στα άλλα links?

Εγώ απλά δηλώνω ότι θα παράταγα άνετα την δουλειά μου ως μηχανικός για να δουλέψω μόνιμα σε κάποια βιβλιοθήκη σαν και αυτή του Ποντίφηκα!

Γκρινιάρης είπε...

Πραγματικά εντυπωσιακό. Προσωπικά βρίκσω αρκετά ενδιαφέρον το πάντρεμα του παλιού με το καινούριο, αρκεί αυτό να γίνεται καλαίσθητα. Βέβαια η καλαισθησία είναι αρκετά υποκειμενική κι εκεί είναι ένα θέμα. Πάντως προτιμώ ένα βιβλιοπωλείο (ίσως να μην είχα την ίδια γμώμη για ένα μαγαζί καλλυντικων πχ) μέσα σε έναν παλιό (ή αρχαίο, αν αυτό είναι τεχνικά δυνατό), παρά ένα μέρος εγκαταλελειμμένο και κλειδωμένο που μέρα με τη μέρα χάνεται στη λήθη μακριά από τα βλέμματα όλων.

philos είπε...

Ειλικρινά χαίρομαι όταν τα σχόλια σας συμπληρώνουν με τον καλύτερο τρόπο το δικό μου κείμενο και σκέψεις.
Γκρινιάρη, πιστεύω ότι τίποτα δεν είναι τεχνικά αλλά και ... αισθητικά αδύνατον!
ίσως ακόμη και ένα μαγαζι καλλυντικών αν και με την ηχητική ρύπανση που θα προκαλούσε ο αντίλαλος δεν θα είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα! Αλλά δεν είναι άσχημο να δουλεύονται στα μυαλά μας τέτοιες ασκήσεις.
όπως και να μην λέμε ναι ντε φάκτο σε κάθε ριζοσπαστική ιδέα! Να τα δουλεύουμε πρώτα καλά στο μυαλό μας.
Γενικά κάθε είδους πνευματική μόνο δραστηριότητα πιστεύω ότι έχει θέση σε ένα χώρο όπως αυτόν μίας εκκλησίας. Για αυτό φτιαχτήκαν και με αυτό τον επιβλητικό τρόπο άλλοστε.

Manos S. είπε...

Εμεις σε παρακολουθούμε κάνοντας κλικ σο λινκ σου στα blog μας... :P
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ καμηλόphile!!!

philos είπε...

Αναγνωρίζω φίλε Μάνο ότι δείχνει ότι νοιάζεσαι περισσότερο μία τέτοια κίνηση, αλλά εγώ αν περιμένατε να σας βρώ έτσι χαθήκατε!!!
Γιατί απλά ξεχνιέμαι!

Ο Αρκουδόphilos πλέον!!!
;D

DaNaH είπε...

Με το που είδα τις φωτογραφίες η πρώτη λέξη που ήρθε στο μυαλό μου είναι "εντυπωσιακό!". Δυστυχώς με πρόλαβε ο Γκρινιάρης, χεχε! Συμφωνώ με όσα έχουν ειπωθεί στα σχόλια! :)

Manos S. είπε...

Για μένανε τραγούδα λοιπόν!!! :)

katerina είπε...

Αν δουλέυοντας στη βιβλιοθήκη του ποντίφηκα είχα την δυνατότητα να διαβάσω και όλα τα κρυφά προς το κοινό κείμενο τότε και εγώ άνετα άφηνα τη ζωή μου για να δουλέψω εκεί...

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλή ιδέα!!! Κι όχι μόνο βιβλιοπωλεία, κι άλλα καταστήματα!!!
Να δω τη Ροτοντα Supermarket και το παπαδαριό απ'έξω να σεληνιάζεται, και τι στον κόσμο!!!! (ναι, ήμουν στην τελευταία συναυλία της Ροτόντας πριν την κάνουν κι αυτή εκκλησία, όταν οι φιλέσπλαχνοι πατέρες πολύ ευγενικά έσπασαν το πιάνο του καλλιτέχνη που ετοιμαζόταν να δώσει παράσταση και τον ίδιο τον έβγαλαν έξω σηκωτό και κλωτσηδόν (αλλά με τον πατερικό τρόπο) :P:P:P

yannis είπε...

Το να παίρνεις αφορμή από ένα ποστ και να το πας παραπέρα είναι γαμάτο. Μπράβο.

Και προτείνεις την ιδέα για τη Θεσσαλονίκη.. χμ... πολύ τολμηρό σε βρίσκω. Δημιούργησες ένα οξύμωρο σχήμα. Κάποιος στα σχόλια είπε για τον Ψωμιάδη, και με κάλυψε απολύτως.

Ανώνυμος είπε...

Από το ταξίδι στο Παρίσι, ένα από τα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση είναι το βιβλιοπωλείο μέσα στην Μονμάρτη...

Marina είπε...

Αριστουργηματικός χώρος που προτρέπει να βυθιστείς σε μελέτη..
Τώρα μια και μίλησες για Ελλάδα ούτε σε 1000 χρόνια δεν θα είχαμε τέτοιες βιβλιοθήκες για πολλούς απλούς λόγους
α) Οσοι Ελληνες διαβάζουν κάτι παραπάνω απο εφημερίδα, σπάνια θα έμπαιναν σε βιβλιοθήκες. στην ΕΛΛΑΔΑ, Στο εξωτερικό είναι αλλιώς
β) Οι λιγοστές βιβλιοθήκες που υπάρχουν πιο πολύ αποτρέπουν παρά προσελκύουν τον κόσμο
γ) Τα λίγα ωραία κτίρια που έχουμε, μάχες γίνονται για να πάρουν επιχορήγηση διατήρησής τους..κανείς δεν σκέφτηκε ποτέ να τα ανοίξει στο κοινό..

Σοφία είπε...

Στη Βρετανία είναι αρκετά συνηθισμένο να μετατρέπονται παλιές εκκλησίες σε σπίτια, ξενοδοχεία ή συνεδριακούς χώρους. Για βιβλιοθήκες συγκεκριμένα δεν ξέρω, πάντως έχω πάει σε κλαμπ που στεγάζεται μέσα σε πρώην εκκλησία και ήταν φοβερή αίσθηση.

philos είπε...

Δανάη χαίρομαι που βλέπω ότι εντυπωσίασε τουλάχιστον το αισθητικό αποτέλεσμα όσους το είδανε!

River, εμένα με αφήνουν παγερά αδιάφορο όλα αυτά τα μυστικιστικά και τα θρησκευτικά. Πιο πολύ με ελκύει το μέλλον...

Αυτό foulianna μου είχε διαφύγει. Πάντως την Ροτόντα και τις εκεί γύρω εκκλησίες είχα στο νου μου! Οι οποίες στην ουσια παραμένουν ανεκμετάλλευτες τουριστικά.
Αλλά εδώ κάνανε τον ναό της Τούμπας supermarket, και δεν εξαγριωθήκανε οι Παοκτζήδες, λες να κάνουν την Ροτόντα μπουτικ του ΠΑΟΚ?
;D
Εκεί να δω τι θέση θα πάρουν οι διάφοροι λαϊκιστές πολιτικοί και τηλεοπτικές περσόνες!

Jaywalker, απλά μόλις είδα το ποστ αυτό στο coolhunter (που είμαι σίγουρος ότι θα το τιμήσεις με πολλές επισκέψεις) σκέφτηκα το δικό σου. Χρόνια πολλά για την γιορτή σου παρεπιπτόντως!

Κλέαρχε εμένα μου έκανε εντύπωση η λειτουργία μες την Μονμάρτη! Επιβλητικότατη εκκλησία!

Μαρίνα, καλώς όρισες κατ'αρχήν. Δεν είμαι τόσο απαισιόδοξος. Μια γενιά αρκεί. Μια γενιά σωστα εκπαιδευμένη από το δημοτικό να διαβάζει. Να χάνεται για ώρες στα νέα βιβλιοπωλεία σαν τον Παπασωτηρίου, το fnac, τον Ιανό που πας και κάθεσαι με τις ώρες. Και τότεο κόσμος θα απαιτήσει. Και θα αναζητήσει πιο μαζικά χώρους σαν την Εθνική Βιβλιοθήκη ή αλλού.
όσο για τα λίγα ωραία κτίρια που έχουμε είναι μεγάλο θέμα και μόνο η εμπορική τους χρήση αφήνει μία ελπίδα για τον κόσμο να τα ανακαλύψει.

Σοφία.... μην δίνεις τέτοιες ιδέες! Κλουμπ ρεστοραν "Δη χόλυ σπίριτ" (το πιασες το υπονοούμενο?!?)
;D

τέλος Μάνο .... "Και ποια είναι η Ευαγγελία?"
;)))

Ανώνυμος είπε...

Copyrigt @ George Holiastos



ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Γεωργίου Χολιαστού




Ο Βαλτάσαρ ήτανε ο ένας από τους τρεις μάγους που προσκύνησαν το μικρό Χριστό. Χρόνια πολλά μετά ο Βαλτάσαρ, καθισμένος ίσως δίπλα σ' ένα τζάκι, διηγείται στον εγγονό του τα γεγονότα εκείνης της ημέρας.
Ο Βαλτάσαρ διηγείται στον εγγονό του
Πηγαίναμε οι τρεις μας. Για ημέρες
επάνω στης καμήλας μας τη ράχη
με την υπομονή δώσαμε μάχη
και της ερήμου τις φρυγμένες ξέρες.

Και κάποια νύχτα εφάνηκε το αστέρι.
Ήταν καθώς σκυμμένοι από χρόνια
το 'δαμε, στα ιερά και προαιώνια
μέσα βιβλία, στης Περσίας τα μέρη.

Τώρα στ' αλήθεια μας εφανερώθη.
Κι ενώ ήτανε λαμπρό σαν ήλιοι χίλιοι
για μας σα γλυκερό ήτανε καντήλι-
κανένα μας το μάτι δεν 'τυφλώθη.

Και με απαλή μι' αγνότη και μια χάρη
λαμπρόφεγγε. Κι η νύχτα ήταν δικιά του.
Κι έλουζεν όλα πάνου κι όλα κάτου.
Και η ψυχή μας 'λάφρωσε' κι εχάρη.

Και λες χορεύοντας και τραγουδώντας
σαν κοριτσόπουλο ερωτεμένο
τραβούσε μπρος το τρισευλογημένο
πίσω του άλαλους κι εμάς τραβώντας.

Και πια δε νιώθαμε καθόλου κόπο.
Και τ' άστρι τ' ωραιότερο κι απ' τ' άνθη
πάνω από μια σπηλιά πήγε κι εστάθη
τον άγιο έτσι δείχνοντας τον τόπο.

Στον θεοσύναχτο μπήκαμε χώρο.
Μα σα μηχανικά μπροστά στα πόδια
που μωρουδίστικη χύναν ευώδια
καθένας μας απόθεσε το δώρο.

Γιατί και νους και σώμα και ψυχή μας
αμέσως δέσμια εγίνανε στο βρέφος-
δέσμια καθώς είναι η βροχή στο νέφος
και η ζωή κι η βλάστηση στη γη μας.

Και μεις οι τρεις,που σ' όλη μας τη ζήση
με μυστικά μεθάμε τ' ουρανού μας,
εμείς όπου αλάθητα το νου μας
με γνώση και σοφία έχουμε ασκήσει,

εμείς, σ' αυτό το βρέφος μι' άλλη γιε μου
είδαμε, θεια Φύση θρονιασμένη
που είθε όλην της τη μεστωμένη
την ευλογιά να νιώσω μέσαθέ μου:

έτσι καθώς τα ροδαλά χεράκια-
τ' αγνά, κινούσε, εκείνα εμεγαλώναν
θεριεύανε, γιγάντωναν, απλώναν
(τα’ άγια Του, τα μικρούλικα χεράκια!)


και μία φτιάχναν αγκαλιά μεγάλη
τρανότερην απ' την ουράνια εκείνη
που 'βλεπες μέσα στοργικά να κλείνει
τον κόσμο μας κι αυτός ζεστά να πάλλει.

Κι ως τα ποδάκια πλέκανε τα δυο Του,
λες ότι κιόλας είχε βγει στη στράτα
κι όπου πατούσε τα κακά φευγάτα
και αντρειωμένο τώρα το καλό Του.

Και όταν η βουλη Του-α! η βουλή Του!_
το γιορτινό Της άπλωνε το χέρι,
το "ναι" του αδύνατου γινόταν ταίρι
και ο παλμός συντρόφι του ακινήτου.

Και στις βραγιές του απείρου του ζοφώδους
κόσμοι επλάθονταν, ήλιοι εγεννιόνταν,
το φως δοξαστικά εμφανιζόνταν
κι έρρεαν ποταμοί λάβας φλογώδους.

Και μες στου βρέφους τα ματάκια όπου
μιαν εσοβάρευαν, μια παιχνιδίζαν,
έβλεπες αγριόκρινα κι ανθίζαν
η ευτυχία κι η χαρά του ανθρώπου.

Κι έβλεπες πειρασμών άγριες ερήμους
να γίνονται ολοπράσινες οάσεις'
κι έβλεπες πεθαμένων αναστάσεις
και ύμνους άκουες εορτασίμους.

Κι άκουες τη φωνή την εξαισία
να συμβουλεύει και να παροτρύνει
και την εθαύμαζες που φλόγα εγίνει
εκεί-στην επί Όρους Ομιλία.

Και μες απ' τα χειλάκια Του να βγαίνει
άκουσα μια φωνή, που αναγάλλια
όμως και φρίκη μου 'φερε ως αγάλια
στη νύχτα απλώνονταν την αγνισμένη:

«Έίμαι το Φως. Και Είμαι η Αλήθεια.
Όποιος θελήσει και Μ' ακολουθήσει
αυτός στο σκότος δε θα περπατήσει
αλλά στα φώτα της ζωής τα πλήθια.
Για σας η γήινη ζωή Μού εδόθη.
Τη Θεία διδασκαλία Μου δεχτείτε
και γίνετε έτσι άξιοι να μπείτε
στη Βασιλεία για σας που ’θεμελίώθη.

Κι αν θα διαλέξετε να Με σκοτώστε
σκοτώστε Με' μα εγώ κι απ' το σταυρό Μου
απ' τον Πατέρα θα ζητώ Θεό μου
σταυρό γι αυτό εσείς να μη σηκώστε».

…Σκέφτομαι γιε μου και γελώ με μένα-
πήγα κρατώντας δώρα μες στα χέρια
σ' Αυτόν που δώρα, γη, ουρανούς κι αστέρια
μ' ένα Του Λόγο μόνο έχει πλασμένα".




TO ΒΟΔΙ ΤΗΣ ΦΑΤΝΗΣ
Σ' ευχαριστώ Θεέ μου που μ' αξίωσες
να δω το γιο Σου.
Και αν δεν έχει το γλυκό το βόδινο
το πρόσωπό Σου
και αν δεν έχει όπως περιμέναμε
τέσσερα πόδια
μα η ψυχή του ολόλευκη και πάναγνη
καθώς στα βόδια.
Πολύ Εσύ καλλίτερ' από μένανε
ξέρεις τι πρέπει.
Εσύ που η ματιά Σου η ολοκάθαρη
όλα τα βλέπει.
Και ξέρεις πως απάνω στο χωμάτινο
της γης το τόπι
τα πλάσματα που σωτηρία θέλουνε
ειν' οι ανθρώποι.










_. Τα ευαγγέλια μάς λένε ότι ο Ιωσήφ ήθελε να διώξει τη Μαρία όταν είδε πως ήταν έγκυος χωρίς να έρθει σε επαφή μαζί του. Και ενώ εβασανίζονταν από την ιδέα αυτή, είδε ένα όνειρο.
To όνειρο του Ιωσήφ
Ο Ιωσήφ κοιμήθηκε, Σκέψεις θανατερές
το απλοικό παιδεύουνε μυαλό του.
Κι όταν αποκοιμήθηκε-πέθανε κάλλιο πες-
ηρθ' ένας άγγελος μες στ' όνειρό του.

Κι ήταν you αγγέλου τα φτερά λευκότερα απ' το φως'
κι ο Ιωσήφ στον ύπνο του εταράχτη'
κι ήτανε σαν τρισμέγιστος ν' ανάτειλε λαμπρός
ήλιος κανείς από μια κρύα στάχτη.

Και σοβαρή μία φωνή εβγήκε απ' τα λεπτά
κι ευγενικά του άγγελου τα χεΐλη
όπως το Μέγα Έλεος βγαίνει από τα σεπτά
τα χείλη Εκείνου που τον είχε στείλει:

"Μην τρέμεις-έναν άγγελο βλέπεις Ιωσήφ εδώ.
Απ' το θεό στη γη στάλθηκα κάτου'
κι ειν' έργο μου μοναδικό να λειάνω την οδό
για να διαβεί το Άγιο Θέλημά Του.

Και είναι Θείο Θέλημα, Ιωσήφ, να γεννηθεί
ο Λόγος του Θεού από τη Μαρία'
είναι σε μήτρα μέσα μια θνητή να σαρκωθεί
του γένους των θνητών η σωτηρία.

Κι ειν1 η Μαρία η εκλεκτή που άξια έχει κριθεί
μέσα της το Άγιο Πνεύμα να καρπίσει.
Κι ειν' η Μαρία η εκλεκτή που άξια έχει κριθεί
τον μόνο του θεού Γιο να γεννήσει.

Αυτός, το σπόρο που κρατεί για κάθε Αληθινό,
για κάθε ΩραΙο και για κάθε Μέγα,
Αυτός που όλα κυβερνάει από τον ουρανό-
Αυτός, το Άλφα όλων και τ' Ωμέγα,

Αυτός που εφύτεψε το Φως σrou Σκότους την καρδιά
και άνθίσανε οι Ήλιοι και οι Μέρες,
Αυτός που εσκόρπισε στης γης τη ράχη την πλατιά
ζώα κι ανθρώπους και φυτά κι αγέρες,

Αυτός το σπόρο εδιάλεξε να στείλει της Ζωής
μες στης Μαρίας τη μήτρα την αγία'
κι αυτή 'ναι η ενανθρώπιση της Θείας της Πνοής
κι αυτή 'ναι η Ένσαρκος Οικονομία.

Σήκω και στη γυναίκα σου στάσου Ιωσήφ κοντά
και όπως πριν σκεπτόσουν μη τη διώξεις-
στα σπλάχνα της των Προφητών μέσα η φωνή βοά
κι οι σάλπιγγες ηχούν της Θείας Δόξης.

Λοιπόν μη βασανίζεσαι, Μη σκέψεις αλγεινές
παιδεύουν το καθάριο το μυαλό σου'
ειν' η Μαρία Υψηλή μέσα στις ταπεινές-
ειν' αειπάρθενος η σύντροφός σου!•

Εξύπνησε ο Ιωσήφ. Και με φωνή απαλή
"Σ' ευχαριστώ Θεέ μου" φιθυρίζει΄
και στη Μαρία πάει κοντά κι αγγελικό
στα βλογημένα Της μαλλιά φιλί χαρίζει.








Προσευνή μικρού παιδιού
Όταν ήσουνα Χριστούλη
σαν και με παιδί μικρό
ζήταγες απ' τον μπαμπά σου
να σου πάρει παγωτό;

Ζήταγες απ' τη μαμά σου
να σου πάρει καραμέλες;
Σ' άρεσε και Σε να παίζεις;
Σαν και μένα έκανες τρέλλες;

Από κει ψηλά που είσαι
"ναι" Σ' ακούω να μου λες,
γιατί αφού Θεούλης ήσουν
δε γινότανε να κλαις.

Μα εμένα-δες Χριστέ μου,
τα ματάκια μου όλο κλαίνε
γιατί σ' ό,τι τους ζητήσω
"ναι" ποτέ τους δε μου λένε.

Αχ! Χριστούλη! Μίλησέ τους!
"Τα παιδάκια", να τους πεις,
"άλλες έχουν προτιμήσεις
απ' αυτές που 'χετε σεις.

Μη λοιπόν τα τυραννάτε,
κι όταν κάτι σας ζητούν
κάνετέ το-έτσι αθώα
δε λυπάστε να πονούν;"

Κι από τότε οι γονείς μας
σαν και Σε να σκέφτονται ίδια
κι η ζωή μας να κυλάει
με γλυκά και με παιχνίδια.




Σαν περιβόλι
Καθώς Θεέ τους βόλους του
μικρό παιδί κρατάει
και Συ μες στην παλάμη Σου
ίδια κρατείς την Πλάση.

Κι όταν γυρίζεις να τη δεις
από χαρά μεθάει΄
κι όταν μια λέξη θα της πεις
ανθεί σαν περιβόλι.



Χιλίων
Τι κι αν τις εντολές όλες τηρήσω
τι κι αν πιστέψω και μετανοήσω-
αφού έχω σκέψη και βουλή δική μου
σίγουρη έχω εγώ την Κόλασή μου.


Αφού βαδίζω κόντρα στον αέρα,
τη νύχτα αφού εγώ την κάνω μέρα,
την πέτρα αφού απ' τον τόπο της την παίρνω
και όπου ο νους μου ορίζει τηνε φέρνω-
αφού αντίθετα ενεργώ στη Φύση αντιστρατεύομαι το Θείο Μεθύσι'
αφού χαλώ την Τάξη των Πραγμάτων
Χιλίων είμαι άξιος θανάτων.



Διαπιστώσεις
Όχι πως κάνω κριτική Θεέ μου στη βουλή Σου,
μα έχω μια διαπίστωση τα χρόνια τούτα κάνει:
κάθε χρονιά και πιο αργεί να έρθει η γέννησή Σου
ενώ όλο και πιο γρήγορα η σταύρωσή Σου φτάνει.


Λογίκή προσευχή
Παράλογος δεν είμαι Θε μου
(θυμάσαι; εικόνα Σου κι ομοίωσή Σου!)
γι αυτό κι η προσευχή μου λογική θα είναι.
Δε Σου ζητώ καλούς να κάνεις τους ανθρώπους'
να μη φοράνε μόνο μάσκες καλωσύνης.
Δε Σου ζητώ να μη πατούν τα πόδια τ' άνθη'
τ' άνθη όμως Θε μου να μη νιώθουν πόνο.
Κι ούτε οι πόλεμοι να σταματήσουν'
μόνο τα όπλα ας έχουν πάνω τους ζωγραφισμένο
εν' άστρο.
μια λαμπρίτσα, ή, Θεέ μου,
(που 'ναι ίδιο)
τη μορφή Σου.



Θα δεις
Όλα γύρω μου μου λένε
να γελάσω-γα χαρώ.
Όταν όμως άλλοι κλαίνε
τότε Θε μου δεν μπορώ.

Κάνε Θε μου πρώτα εκείνους
χαρωπούς και πια θα δεις-
ευτυχίας θ' ανθίζω κρίνους
απ’ τα βάθη της ψυχής.


To άγγιγμα του θεού
Όσα χτυπήματα η ζωή
Θεέ μου κι αν μας δίνει
καθένα του με τον καιρό
περνάει-ξεχνιέται-σβήνει.

Εν' άγγιγμα όμως από Σε
πάντα δικό μας μένει-
με φως το νου μας πλημμυρά
και ΣΤΗΝ ψυχή μας δένει.









θεός και Χρόνος
Τάχα οι άνθρωποι το Χρόνο εβρήκαν,
τον πήρανε, τον κόψανε κομμάτια
και λένε στην ουσία του πως μπήκαν
και πως γνωρίσαν μήκη του και πλάτια.

Κι αν όμως οι πολλοί έτσι νομίζουν
με τη μεγάλη που τους δέρνει άγνοια,
ο Χρόνος, για όσους πράγματι γνωρίζουν
στη Θείαν αναπαύεται τη Διάνοια.



Δεν είναι
Απ' τη ζωή αν γατζώνομαι
σα γάτα πα' σε δέντρο
που να γλιτώσει απ' του σκυλιού
πασκίζει τα σαγόνια,

δεν είναι γιατί μέσα της
φτηνές χαρές γυρεύω'
δεν είναι τόπους για να δω
ή πλούτη να μαζέψω.

Απ' τη ζωή αν γατζώνομαι
δεν είναι για να ζήσω-
είναι για να 'χω τον καιρό,
Θε μου, να Σε γνωρίσω.






Κατάκτηση
Άραγε πώς θ' ακούγεται η φωνή μας
στα Θεία Σου τ 'αυτιά;
Αστείοι και μεις κι αυτή μαζί μας
και θα γελάς πλατιά.

Μόνο τα Πνεύματα με Σε μιλάνε
κι αυτά μονάχα ακούς'
τα λόγια μας εμάς χαμένα πάνε
κι ας τα γεννάει ο νους.

Μα 'γω έψαξα και βρήκα τη μονιά Σου
και κει Σε καρτερώ.
Έλα! Και κάψε με με τη Φωτιά Σου!
Ζώσε με με Καιρό!

To ξέρω πως με νιώθεις-δε Σ1 αγγίζω
με ανάρμοστη φωνή'
δεντρί πανώριο είσαι και θροίζω
του κλώνου σου κλωνί.


Η λύση
Με κράζει το πουλί
κοντά του με καλεί'
το δρόμο αναμετράω:
μακριά μου-δε θα πάω.

Στον ουρανό εν' αστέρι
μου άπλωσε το χέρι
μα ό,τι και να κάνω
μακριά μου-δεν το φτάνω.

Μα να ο Θεός που πλάι,
μαζί μου περπατάει
κι όλα, πουλιά κι αστέρια
κρατεί στα δυο Του χέρια



Με σιωπή
Και όλα όταν διαβάσω τα βιβλία
και όλους αν ακούσω τους σοφούς
στην ίδια μένω πάλι απορία,
στο ίδιο πάλι σκότος του ο νους.

Ούτε την πιο μικρή δεν έχω ιδέα
για την ουσία Σου ή τη Μορφή-
κάθε υπόθεση που κάνω νέα
στην αίσθηση άφταστη είναι κορυφή.

Και πώς να Σου μιλήσω; Σε ποια γλώσσα;
Σε λέξης ποιας το νόημα να χαθώ;
Ποια να Σε κλείσει Εσένα εικόνα ζώσα
και πώς, Θεέ, να Σου προσευχηθώ;

Αλλ' αγαπώ αυτή μου την τυράγνια
κι αγάλλομαι γι αυτή μου την ντροηή:
το Θείο το γνωρίζεις με την Άγνοια
και του μιλάς μονάχα με Σιωπή.



Προσευχή ευσεβούς μελλονύμφου κόρης
Ας γίνει ο γάμος μου Θεέ
δεντρί που θα καρπίσει
κι όλες τις χάρες της ψυχής
στα κλώνια του ν' ανθίσει:
την άγια του έρωτα χαρά,
την άκοιμη φροντίδα,
και του παιδιού την ευλογιά-
του κόσμου την ελπίδα.

Και να 'ναι η ένωση αυτή
πάνω Σου στηριγμένη-
να φέγγει απ' την ανάσα Σου,
το Φως Σου ν' ανασαίνει.

Και μες στο Χάος του Σήμερα
που όλα έχει ρημάξει
να πλέκει αυτή αθόρυβα
του Αύριο την Τάξη.




Παναγία
Παντάνασσα. Οδηγήτρα. Ελεούσα.
Επίσκεψις των καταπονουμένων.
Πανάχραντος. Πανύμνητος. Θεομήτωρ.
Μεσίτρια των χριστιανών. Η ελπίδα
Απελπισμένων. Η Αλουργίς η Θεία.
Άσπιλος. Ουρανών Υψηλοτέρα.
Πηγή Ζωής. Περίβλεπτος. Θεοφόρος.
Αχειροποίητος. Χαρά των ζώντων.
Πάνσεπτος. Προστασία αδικουμένων.
Άφλεκτος Βάτος και Λαβίς Πυρφόρος.
Πάναγνος. Χερουβίμ Ενδοξοτέρα.
Αμαρτωλών Εγγυήτρια. Πλατυτέρα....
Κι απλά για όλους μας: η Παναγία.




Σαν όνειρο
Τρανός καβαλάρης σε άλογο ολάσπρο
βοήθα να γίνω μια μέρα Χριοτέ μου.
Και μέσα να ζω σε πεντάμορφο κάστρο
που δε θα φοβάται ορμή όποιου ανέμου.

Και να 'ναι η ζωή μου το στέριο το κάστρο
και να 'ναι τα γκέμια ο άσφαλτος νους μου
και να 'ναι η ψυχή μου το άτι το αιθέριο
που δίνει φτερά στους θνητούς λογισμούς μου.

Και όταν η ώρα η άγια θε’ να 'ρθει
το άτι για πάντα το κάστρο ν' αφήσει,
σαν όνειρο να 'ναι παιδάκι που πλάθει
αφού χορτασμένο στον ύπνο βυθίσει.


Ενοχές
Κάθε το χέρι μου ή ο νους
που σ' αμαρτία απλώνει
θαρρείς καρφί κρατεί Χριστέ
και Σε ξαναοταυρώνει.

Και τότε τρέμω σύγκορμος
και σιωπηλά σπαράζω
και νοερά κάθε φορά
τη Θεία Σου Χάρη κράζω

και, ή την ψυχή μου, της ζητώ
απ' το σώμα να χωρίσει,
ή να την κάνει τους φρικτούς
φονείς Σου ν' αγαπήσει.


Προσευχή σώφρονος νέου
Κι αν μηχανές η γη έχει γεμίσει
που ολημερίς μιλούν αντί για μας,
εγώ ανθρώπινη ποθώ μια ζήση-
Συ θέλω στην ψυχή μου να μιλάς.

KΙ αν φτάσανε, Θεέ μου, στο φεγγάρι
ψηλότερα να φτάσω εγώ ζητώ-
εκεί που η χάρη Σου γλυκά μεθάει
το θείο Της δωρίζοντας ποτό.

Κι αν έχουνε βολάν κατευθυντήρια
κι οδήγησης συστήματα λογής,
στα γήινα θέλω εγώ τα ολετήρια
Εσύ το βήμα μου να οδηγείς.



Αιωνιότης
Κι αυτά που πέρασαν κι όσα θα 'ρθούνε
δεν εχαθήκανε.
To Πριν και το Ύστερα οτο Πνεύμα νήχονται
μέσα το Θείο Σου.
Κι ειν' αναρίθμητα κι όσα θα γίνουν
κι όσα γινήκανε-
η "ιστορία" μας σταγόνα αίματος
μες στο Σφαγείο Σου.







Έλεος
Κύριε απόψε τα θεριά
ουρλιάζουν αγριεμένα.
Η γη δείχνει τα νύχια της.
Αίμα σταλάζουν τ' άστρα.

Κύριε απόψε τα βουνά
πλακώνουν την ψυχή μας'
μάς σαβανώνει ο ουρανός..
η θάλασσα μας πνίγει...

Έλεος Κύριε! Έλεος!
Είμαστε πλάσματά Σου!
Έλεος Κύριε! Δείξε μας
το άλλο πρόσωπό Σου.



Η επιστροφή του ασώτου
"Πατέρα γύρισα από κει που Συ με είχες στείλει-
κάλλιο από όπου μ' άφησες μονάχον μου να πάω.
Πρωί εκίνησα και να! ψυχομαχάει το δείλι
που νύχτωμα ένα προμηνά πολύδωρο και πράο.

Ολοζωής επήγαινα, Για λίγο αν σταματούσα
το χώμα επερπάταγε στα πόδι μου από κάτου'
σε μια ζωή αγιόρταστη και πολυτυραννούσα
μελετημένα κι άφευγα φέρναν τα βήματά του.

Κι ως προχωρούσα, δίπλα μου, όντα καθώς εμένα
βαδίζανε, μη ξέροντας κι αυτά για πού τραβάνε,
μόνο πηγαίνανε κι αυτά σαν έρμα και σαν ξένα
ή από πιόμα δυνατό σαν μεθυσμένα να 'ναι.

Καθένα μίλαγε άλληνε-δική του μία γλώσσα.
Κι άστοχη κάθε του βουλή και κάθε του ήταν πράξη.
Και «ποιος», αναρωτιόμουνα, «δύστυχα όντα τόσα,
ή θέλοντας ή άθελα τα 'χεν εκεί πετάξει;..»

Και όταν μέσα εκοίταζα στα μάτια τους ζητώντας
μια συνεννόησης σταλιά, μια σπίθα αδερφοσύνης,
εκείνα αντιθωρούσανε τα μάτια μου φρικιώντας
σαν αποτρόπαιο να 'τανε να παίρνεις και να δίνεις.

Κι όταν το χέρι μου άπλωνα ν' αγγίξω εν' άλλο χέρι
(για τι άλλο θα μου το 'δινες το χέρι μου πατέρα;)
αντίς για τ' άγγιγμα χεριού με χάραζε μαχαίρι
και ματωμένη κι αλγεινή κυλούσε η κάθε μέρα.

Τους μίλησα κι ανήκουστα τα λόγια μου ήρθαν πίσω.
Τους έδωσα κι ότι έδωσα πίσω άδοτο ερχόνταν.
Η ειρωνεία με δάγκωσε σαν ήρθε ν' αγαπήσω,
και όταν άναβα ένα φως από εκείνους σβηόνταν.

Τόπος δεν ήτανε αυτός σε μένα να ταιριάζει.
Έτσι ταιριάζει σε νερά πελάγου ίσκιος δάσου.
Τόπος δεν ήτανε αυτός σε μένα να ταιριάζει-
δεν είμαι-όχι-στον τόπο μου σα βρίσκομαι μακριά Σου".

Την άσπρη και την κρύα Του ντυμένος ερημία
δίχως μιλιά σ Μαρμάρινος στεκόνταν ο Πατέρας,
φωνή σαν να μην ήχησε τριγύρω Του καμία
ή μάρμαρο λες να 'τανε κι ο γύρω Του αγέρας.

Και η αμέτοχη ήτανε και σοβαρή θωριά Του
ασάλευτα παράξενη κι άγρια γαληνεμένη
Και πέρα, πέρα, στο Άπειρο έβλεπε η ματιά Του.
Κι αμίλητα τα χείλια Του. Κι η γνώμη Του κρυμμένη.

Και το μαρμαροκάμωτο υφαίνοντάς Του δέρμα
πάνω Του συνωστίζονταν άπειρα πλήθη όντων-
όντων που θα τριγύριζαν αλλιώς μονάχα κι έρμα
στα ξερολίθια της στεριάς...στα κύματα των πόντων...
"Δέξου με στην αιώνια Σου Πατέρα αταραξία.
Κλέισε την ταραγμένη μου ψυχή μες στην ψυχή Σου.
Όλη όση εμοιράθηκε στην ύπαρξή μου αξία
είναι μικρό ένα μόριο να 'μαι της ύπαρξής Σου".

Ως απαντάει ο Βοριάς στ' αδύναμο πουλάκι
κι ως γνιάζονται για του γιαλού την πέτρα τ' άγρια
βύθη
έτσι κι ο Γίγας γνιάστηκε για κείνο τ' ανθρωπάκι
κι έτσι σε ότι εμίλησε Αυτός του αποκρίθη.

Και κείνο, με τα μάτια του να του θαμπώνουν όλο
το δρόμο προς του Γίγαντα πήρε το ποδονύχι
τον Μέγα όπως τ' Ουρανού τον Ατελείωτο Θόλο
κι Άσπρον καθώς το συνηθούν του Κοιμητήριου οι Τοίχοι.


Δε θέλουμε ποίητές!
-Πώς λέγεται ο πελάτης σας;
-Ιησούς.
-Κι ο τόπος του καταγωγής;
-Η Ναζαρέτ.
-Τ' όνομα του πατέρα του;
-Ιωσήφ.
-Και επαγγέλεται;
-Ποιητής.
-Κύριε Ιησού λυπούμαι-θα σας διώξουμε. Δε θέλουμε ποιητές.
Έχουνε τόσο διάφορες συνήθειες από μας...
Καλά είμαστε τακτοποιημένοι
με τα εργοστάσια...
με τα όπλα...
με τις μηχανές μας...
Κύριε Ιησού λυπούμαι-θα σας διώξουμε. Δε θέλουμε ποιητές.
Έχετε τόσα εναντίον σας...
Θέλετε ν' αγαπάει ένας τον άλλο.
Πώς θ' αγαπήσω κάποιον
που θέλει να μου πάρει τα λεφτά
(αλήθεια επισκεφτήκατε ποτέ σας ψυχολόγο);
Ακόμα λέτε...για να δω...
Α! Ναι! Μακάριοι οι πτωχοί...
με συγχωρείτε που γελώ-
συνήθως ξέρετε είμαστ' ευγενέστατοι εδώ..
Κύριε Ιησού λυπούμαι-θα σας διώξουμε.. Δε θέλουμε ποιητές.
Πάρτε τον!
Ο στρατιώτης
θα σας διαβάσει τα δικαιώματά σας-
σε μας
και οι φυλακισμένοι έχουν, κύριε, δικαιώματα.
Πηγαίνετε.
Περνώντας από τη Γεθσημανή μπορείτε αν θέλετε
να κάνετ' ένα τηλεφώνημα.
Δε θέλουμε ποιητές.
-----

Γεώργιος Χολιαστός